προύθηκεν

προύθηκεν
προέθηκεν , προτίθημι
set before
aor ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • προὔθηκεν — προέθηκεν , προτίθημι set before aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μελεϊστί — και μελιστί (Α) επίρρ. κατά μέλη, κατά τμήματα, κομματιαστά («ἠέ μιν ἤδη ἦσι κυσὶν μελεϊστὶ ταμὼν προύθηκεν Ἀχιλλεύς», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μέλε ος + επιρρμ. κατάλ. ιστί. Το επίρρ. προϋποθέτει ένα αμάρτυρο ρ. *μελεΐζω, κατά τα κτερεΐζω… …   Dictionary of Greek

  • προτίθεμαι — ΝΜΑ, και ο ενεργ. τ. προτίθημι Α έχω την πρόθεση να κάνω κάτι, σκοπεύω, σχεδιάζω (α. «προτίθεμαι να ταξιδεύσω» β. «πολλάκις προεθέμην ἐλθεῑν πρὸς ὑμᾱς», ΚΔ) αρχ. ενεργ. προτίθημι 1. (για φαγητό ή γεύμα) τοποθετώ κάτι μπροστά από κάποιον, παραθέτω …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”